- κατέφυ
- κατέφῡ , καταφύομαιaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κατεφύετο — κατεφύ̱ετο , καταφύομαι imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεφύοντο — κατεφύ̱οντο , καταφύομαι imperf ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεφύσα — κατεφύ̱σᾱ , κατά φυσάω blow imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατέφυε — κατέφῡε , καταφύομαι imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατέφυσε — κατέφῡσε , καταφύομαι aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατέφυσεν — κατέφῡσεν , καταφύομαι aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατεφύλαξεν — κατά φυλάσσω keep watch and ward aor ind act 3rd sg κατεφύ̱λαξεν , κατά φυλάζω form into tribes aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)